Υπάρχει ένα δέντρο δίπλα στο ποτάμι που, εδώ και μερικές βδομάδες το κοιτάζουμε κάθε μέρα όταν ο ήλιος πάει να ανατείλει. Καθώς ο ήλιος σηκώνεται αργά πάνω από τον ορίζοντα, πάνω από τα δέντρα, αυτό ειδικά το δέντρο γίνεται ξαφνικά χρυσαφί.
Όλα τα φύλλα του λάμπουν από ζωή και καθώς περνάει η ώρα κοιτάζοντάς το, αυτό το δέντρο –που τ’ όνομά του δεν έχει σημασία, εκείνο που έχει σημασία είναι το ίδιο το όμορφο δέντρο- μοιάζει να καλύπτει όλη την περιοχή, όλο το ποτάμι με μια εξαιρετική ποιότητα.
Και καθώς ο ήλιος ανεβαίνει λίγο ψηλότερα τα φύλλα αρχίζουν να τρεμουλιάζουν, να χορεύουν. Και κάθε στιγμή που περνάει, μοιάζει να δίνει στο δέντρο μια διαφορετική ποιότητα. Πριν ανατείλει ο ήλιος έχει μια μελαγχολική αίσθηση, ήσυχη, απόμακρη, γεμάτη αξιοπρέπεια.
Όταν αρχίζει η μέρα τα φύλλα του, με το φως να πέφτει επάνω τους, χορεύουν και σου δίνουν εκείνη την παράξενη αίσθηση της μεγάλης ομορφιάς.
Γύρω στο μεσημέρι οι σκιές του βαθαίνουν και μπορείς να καθίσεις εκεί προστατευμένος από τον ήλιο, παρέα με το δέντρο, χωρίς ποτέ να νοιώθεις μόνος. Καθώς κάθεσαι εκεί υπάρχει μια σχέση βαθιά, σταθερή, σίγουρη και με μια ελευθερία που μόνο τα δέντρα μπορούν να ξέρουν.
Το σούρουπο όταν στα δυτικά οι ουρανοί παίρνουν φωτιά από τον ήλιο που δύει, το δέντρο σιγά σιγά καθώς κλείνεται στον εαυτό του γίνεται μουντό, σκοτεινό. Ο ουρανός γίνεται κόκκινος, κίτρινος, πράσινος αλλά το δέντρο παραμένει ήσυχο, απόμακρο και ξεκουράζεται για τη νύχτα.
Αν εδραιώσεις μια σχέση μαζί του τότε έχεις σχέση με όλη την ανθρωπότητα, τότε είσαι υπεύθυνος γι’ αυτό το δέντρο και για όλα τα δέντρα του κόσμου.
Αλλά αν δεν έχεις σχέση με κάθε τι ζωντανό πάνω σ’ αυτή τη γη, μπορεί να χάσεις κάθε σχέση που έχεις με την ανθρωπότητα, με τα ανθρώπινα πλάσματα.
Ποτέ δε κοιτάμε βαθιά τις ιδιότητες ενός δέντρου’ ποτέ δε το αγγίζουμε πραγματικά, δε νοιώθουμε τη μοναχικότητά του, την άγρια φλούδα του, και δεν ακούμε τους ήχους που είναι μέρος του δέντρου. Όχι τον ήχο του ανέμου ανάμεσα στα φύλλα, ούτε την πρωινή αύρα που κάνει τα φύλλα να τρεμουλιάζουν, αλλά το δικό του ήχο, τον ήχο του κορμού και τον σιωπηλό ήχο της ρίζας. Πρέπει να είσαι εξαιρετικά ευαίσθητος για να ακούσεις αυτόν τον ήχο. Αυτός ο ήχος δεν είναι ο ήχος του κόσμου ούτε ο ήχος της φλυαρίας του νου ούτε η βαρβαρότητα των ανθρώπινων καβγάδων και των ανθρώπινων συγκρούσεων, αλλά ένας ήχος που είναι μέρος του σύμπαντος.
J. Krishnamurti, “Εις Εαυτόν, Το τελευταίο ημερολόγιό του”