[…]
Θ’ άξιζε τρομερά να δει κανείς αν μπορεί να είναι φως για τον εαυτό του, ένα φως που να μην εξαρτάται από κάτι άλλο και που να είναι εντελώς ελεύθερο.
[…]
Για να το κάνεις αυτό, χρειάζεται ο διαλογισμός. Η λέξη διαλογισμός έχει μάλλον φθαρεί’ όπως η λέξη αγάπη έχει λερωθεί. Αλλά είναι υπέροχη λέξη’ έχει πολύ σπουδαίο νόημα. Υπάρχει πολύ μεγάλη ομορφιά, όχι στην ίδια τη λέξη, αλλά στο νόημα που υπάρχει πέρα από τη λέξη.
[…]
Για να βάλουμε τις βάσεις αυτού του διαλογισμού, θα πρέπει να κατανοήσουμε τι σημαίνει να ζεις’ να ζεις και να πεθαίνεις. Η κατανόηση της ζωής και του εκπληκτικού νοήματος του θανάτου, είναι διαλογισμός.
Διαλογισμός δεν είναι η αναζήτηση κάποιας βαθιάς μυστικιστικής εμπειρίας, δεν είναι η συνεχής επανάληψη κάποιων λέξεων όσο καθαγιασμένες κι αν είναι, όσο αρχαίες κι αν είναι. Αυτό απλώς κάνει τον νου ήσυχο, αλλά τον κάνει και αργό, κουτό, κοιμισμένο.
[…]
Δε μπορεί ποτέ να έχει κανείς εμπειρία της αλήθειας. Αυτή είναι η ομορφιά της’ είναι πάντα καινούρια, δεν είναι ποτέ κάτι που συνέβη χτες.
[…]
Όλοι μας θέλουμε ν’ αποδεχτούμε κάποιον που υπόσχεται κάτι, επειδή δεν έχουμε φως μέσα μας. Αλλά κανείς δεν μπορεί να σας δώσει αυτό το φως: κανένας γκουρού, κανένας δάσκαλος, κανένας σωτήρας, κανένας.
[…]
Πρέπει, λοιπόν, κανείς να μην εμπιστεύεται, να αρνείται κάθε αυθεντία σε πνευματικά θέματα. Κανείς δε μπορεί να μας δώσει το φως που δε σβήνει ποτέ.
Ν’ ακολουθείς κάποιον σημαίνει μίμηση. Ν’ ακολουθείς προϋποθέτει όχι μόνο άρνηση της διαύγειας σου, της προσωπικής σου αναζήτησης, της ακεραιότητας κι εντιμότητάς σου, αλλά προϋποθέτει ότι ακολουθώντας έχεις για κίνητρο κάποια ανταμοιβή.
Η αλήθεια δεν είναι ανταμοιβή! Αν θέλει κανείς να κατανοήσει την αλήθεια, θα πρέπει να παραμερίσει ολοκληρωτικά κάθε μορφή ανταμοιβής και τιμωρίας. Η αυθεντία συνεπάγεται φόβο και αν πειθαρχεί κανείς από το φόβο μήπως δε κερδίσει όσα του λέει ο εκμεταλλευτής του στο όνομα της αλήθειας ή κάποιας υπερβατικής εμπειρίας, αυτό σημαίνει ότι αρνιέται την ίδια του την διαύγεια και την εντιμότητά του.
[…]
Ανάμεσά μας εδώ δεν υπάρχει αυθεντία. Ο ομιλητής δεν είναι κανενός είδους αυθεντία. Δεν προσπαθεί να σας πείσει για κάτι, ούτε σας ζητάει να τον ακολουθήσετε. Όταν ακολουθείτε κάποιον, τον καταστρέφετε. Ο μαθητής καταστρέφει τον δάσκαλο και ο δάσκαλος καταστρέφει τον μαθητή […] Σ’ αυτό δεν υπάρχει ελευθερία, δεν υπάρχει ομορφιά, δεν υπάρχει αγάπη.
[…]
Αν δε βάλουμε τη σωστή βάση, μια βάση τάξης, με σαφές περίγραμμα και βάθος, τότε η σκέψη –αναγκαστικά- θα γίνει βασανιστική, απατηλή, εξωπραγματική κι επομένως άχρηστη. Η τοποθέτηση αυτής της βάσης, αυτής της τάξης, είναι η αρχή του διαλογισμού.
[…]
Τάξη σημαίνει ομορφιά’ και υπάρχει τόσο λίγη ομορφιά στη ζωή μας. Η ομορφιά δεν είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα [..] Η ομορφιά υπάρχει όπου υπάρχει τάξη –σ’ ένα νου χωρίς σύγχυση που βρίσκεται απολύτως σε τάξη. Και μπορεί να υπάρξει τάξη μόνο όπου υπάρχει μια ολοκληρωτική άρνηση του “εγώ”, όταν το “εγώ” δεν έχει απολύτως καμμιά σημασία. Το τέλος του “εγώ” είναι μέρος του διαλογισμού’ αυτός είναι ο μοναδικός διαλογισμός.
Έχετε ζήσει μέσα στη σκέψη. Έχετε αποδώσει τεράστια σημασία στη σκέψη, αλλά η σκέψη είναι πάντα παλιά, η σκέψη δεν είναι ποτέ καινούρια, η σκέψη είναι η συνέχεια της μνήμης […] Είναι κάτι το παλιό, αλλά μόνο εκείνο που τελειώνει μπορεί να δώσει τη θέση του σε κάτι καινούριο. Ο θάνατος, λοιπόν, είναι απαραίτητος για να καταλάβεις. Ο θάνατος όλων όσων γνωρίζει κανείς […] Να είσαστε ελεύθεροι από το γνωστό, από τη μνήμη σας […] να είσαστε ελεύθεροι από κάθε τι που σας προσφέρει ευχαρίστηση, χωρίς συζήτηση, χωρίς φόβο.
[…]
Μαζεύει κανείς τόσα πολλά, όχι μόνο βιβλία, σπίτια, τραπεζικούς λογαριασμούς, αλλά και μέσα του: τις αναμνήσεις των προσβολών, τις αναμνήσεις των κολακειών, τις αναμνήσεις των ιδιαίτερων εμπειριών του, τα νευρωτικά επιτεύγματά του που του δίνουν μια θέση στην κοινωνία. Να πεθάνεις για όλα αυτά χωρίς συζήτηση, χωρίς παζάρια, χωρίς κανένα φόβο, απλώς να τα παρατήσεις
[…]
Το να το κάνεις αυτό –ψυχολογικά, φυσικά όχι να εγκαταλείψετε τη γυναίκα σας, τα ρούχα σας, τον άντρα σας, τα παιδιά σας ή το σπίτι σας, αλλά μέσα σας- σημαίνει ότι δεν είσαι προσκολλημένος σε τίποτα. Υπάρχει μεγάλη ομορφιά σ’ αυτό. Σε τελευταία ανάλυση, αυτό είναι αγάπη, έτσι δεν είναι; Η αγάπη δεν είναι προσκόλληση. Όταν υπάρχει προσκόλληση, υπάρχει φόβος. Και ο φόβος γίνεται αναπόφευκτα αυταρχικός, κτητικός, καταπιεστικός, δεσποτικός.
Ο διαλογισμός είναι κατανόηση της ζωής, που σημαίνει βάζω τάξη. Η τάξη είναι αρετή, που σημαίνει φως. Αυτό το φως δε πρόκειται να το ανάψει κανένας άλλος για σένα, όσο έμπειρος, όσο έξυπνος, όσο μορφωμένος, όσο θεόπνευστος κι αν είναι. Κανείς πάνω στη γη ή στον ουρανό δε μπορεί να το ανάψει εκτός από σένα τον ίδιο, με τη δική σου κατανόηση και το διαλογισμό.
Να πεθάνεις για όλα όσα υπάρχουν μέσα σου! Γιατί η αγάπη είναι αθώα και φρέσκια, νέα και καθαρή. Τότε, αν κανείς έχει εδραιώσει αυτή την τάξη, αυτή την αρετή, αυτή την ομορφιά, αυτό το φως μέσα του, τότε μπορεί να πάει πιο πέρα.
Αυτό σημαίνει ότι έχοντας βάλει ο νους τάξη, που δεν ανήκει στη σκέψη, γίνεται εντελώς ήσυχος και σιωπηλός –φυσικά, χωρίς καμμιά πίεση, χωρίς καμμιά πειθαρχία. Και όλες οι πράξεις γίνονται μέσα στο φως αυτής της σιωπής, ζεις την καθημερινή ζωή μέσα σ’ αυτή τη σιωπή.
Κι αν είναι κανείς αρκετά τυχερός ώστε να έχει πάει τόσο μακριά, τότε μέσα σ’ αυτή τη σιωπή υπάρχει μια εντελώς διαφορετική κίνηση, που δεν ανήκει στο χρόνο, που δεν είναι λόγια, που δε μπορεί να μετρηθεί από τη σκέψη, γιατί είναι πάντα καινούρια. Είναι εκείνο το απροσμέτρητο κάτι, που ο άνθρωπος αναζητάει από πάντα ασταμάτητα.
Αλλά πρέπει εσύ ο ίδιος να το συναντήσεις, δε μπορεί να σου δοθεί από κάποιον άλλο […] Αλλά για να έρθει, πρέπει να έχεις πλήρη τάξη, ομορφιά, αγάπη. Πρέπει λοιπόν να πεθάνει μέσα σου, κάθε ψυχολογική γνώση, έτσι ώστε ο νους σου να είναι καθαρός, αβασάνιστος, έτσι ώστε να βλέπει τα πράγματα όπως είναι, τόσο έξω όσο και μέσα σου.
J. Krishnamurti, “Αυτό το Φως Μέσα μας”